επιβλητικός
Možná hledáte επιβλητικώς.
řečtina
editovatvýslovnost
editovat- IPA: [epi.vli.ti.ˈkɔs]
přídavné jméno
editovat- trojvýchodné
skloňování
editovatČíslo | singulár | plurál | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
Rod | mužský | ženský | střední | mužský | ženský | střední |
nominativ | επιβλητικός | επιβλητική | επιβλητικό | επιβλητικοί | επιβλητικές | επιβλητικά |
genitiv | επιβλητικού | επιβλητικής | επιβλητικού | επιβλητικών | επιβλητικών | επιβλητικών |
akuzativ | επιβλητικό(ν) | επιβλητική | επιβλητικό | επιβλητικούς | επιβλητικές | επιβλητικά |
vokativ | επιβλητικέ | επιβλητική | επιβλητικό | επιβλητικοί | επιβλητικές | επιβλητικά |
význam
editovat- impozantní, velkolepý, grandiózní, působivý
- Το Ανάκτορο Τσερνιν είναι το πιο επιβλητικό κτίριο της πλατείας Loretánské. – Černínský palác je nejimpozantněnjší stavbou Loretánského náměstí.