προκλητικός
Možná hledáte προκλητικώς.
řečtina
editovatvýslovnost
editovat- IPA: [pro.kli.ti.ˈkɔs]
přídavné jméno
editovat- trojvýchodnÉ
skloňování
editovatČíslo | singulár | plurál | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
Rod | mužský | ženský | střední | mužský | ženský | střední |
nominativ | προκλητικός | προκλητική | προκλητικό | προκλητικοί | προκλητικές | προκλητικά |
genitiv | προκλητικού | προκλητικής | προκλητικού | προκλητικών | προκλητικών | προκλητικών |
akuzativ | προκλητικό(ν) | προκλητική | προκλητικό | προκλητικούς | προκλητικές | προκλητικά |
vokativ | προκλητικέ | προκλητική | προκλητικό | προκλητικοί | προκλητικές | προκλητικά |