της πουτάνας το κάγκελο

řečtina

editovat

výslovnost

editovat
  • IPA: [tis puˈtanas to ˈkaŋɡelo]

varianty

editovat

význam

editovat
  1. (vulgárně) bordel, mela, bugr, virvál, srocení, tóčo
    • - Πήγες Μέιντεν τελικά; - Ναι φίλε, έχασες που δεν ήρθες! - Κόσμο είχε, ή βαράγατε μύγες; - Της πουτάνας το κάγκελο! Χαμός σου λέω! – ― Šels nakonec na ten Mejden? ― Jasně, kámo, přišels vo hodně! ― A byli tam lidi, nebo jste se tam nudili? ― Normální bugr, tóčo! Fakt slušnej bordel...
    • 《Καλά ε,αν δεν το παραδεχτείς θα γίνει της πουτάνας το κάγκελο》ούρλιαξε και άρχισε να μαζεύεται κόσμος γύρω μας.

synonyma

editovat
  1. της μουρλής, χαμός, έλα να δεις, (hovorově) φασαρία, (knižně) κοσμοσυρροή, (neutrálně) συνωστισμός, (žertovně) της εκδιδομένης γυναικός το κιγκλίδωμα

související

editovat

poznámky

editovat

Doslovnější / otrocký překlad: „zábradlí děvky“, „kurvina balustráda“