φαλλοκρατικός
Možná hledáte φαλλοκρατικώς.
řečtina
editovatvýslovnost
editovat- IPA: [fa.lo.kra.ti.ˈkɔs]
přídavné jméno
editovat- trojvýchodnÉ
skloňování
editovatČíslo | singulár | plurál | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
Rod | mužský | ženský | střední | mužský | ženský | střední |
nominativ | φαλλοκρατικός | φαλλοκρατική | φαλλοκρατικό | φαλλοκρατικοί | φαλλοκρατικές | φαλλοκρατικά |
genitiv | φαλλοκρατικού | φαλλοκρατικής | φαλλοκρατικού | φαλλοκρατικών | φαλλοκρατικών | φαλλοκρατικών |
akuzativ | φαλλοκρατικό(ν) | φαλλοκρατική | φαλλοκρατικό | φαλλοκρατικούς | φαλλοκρατικές | φαλλοκρατικά |
vokativ | φαλλοκρατικέ | φαλλοκρατική | φαλλοκρατικό | φαλλοκρατικοί | φαλλοκρατικές | φαλλοκρατικά |
význam
editovat- (v sociologii, v psychologii) šovinistický, falokratický, machistický