βορά των κανονιών

řečtina

editovat

výslovnost

editovat
  • IPA: [voˈɾa toŋɡanɔˈɲon]

slovní spojení

editovat

varianty

editovat

význam

editovat
  1. (přeneseně) potrava pro děla; kanónenfutr
    • «Θα περάσουν πολλοί μήνες μέχρι να μπορέσουν να εξοπλιστούν, να εκπαιδευτούν, να οργανωθούν και να αναπτυχθούν στην Ουκρανία», δηλώνει, αναφερόμενος στις νέες ρωσικές δυνάμεις που θα επιστρατευθούν, ο Frederick B. Hodges, άλλοτε διοικητής του αμερικανικού στρατού στην Ευρώπη. «Και χωρίς τεράστια υποστήριξη από το (σ.σ. ρωσικό) πυροβολικό, αυτοί οι νέοι στρατιώτες θα είναι βορά των κανονιών, θα κάθονται σε κρύα υγρά χαρακώματα τον χειμώνα ενώ οι ουκρανικές δυνάμεις θα συνεχίζουν να πιέζουν.» – „Uplyne mnoho měsíců, než se budou moci vyzbrojit, vycvičit a zorganizovat, aby se rozvinuli po Ukrajině“, prohlašuje v odkazu na nové ruské síly, jež budou mobilizovány, Bedřich B. Hodges, někdejší náčelník americké armády v Evropě. „A bez obrovské podpory ze strany řuského dělostřelectva se tito noví vojáci stanou kanónenfutrem, budou celou zimu sedět v chladných mokrých zákopech, zatímco ukrajinské síly je budou dále tlačit.“[1]

synonyma

editovat
  1. κανονιοτροφή

poznámky

editovat