περιγλαγής

starořečtina editovat

  • homérovská

výslovnost editovat

  • IPA: [pɛ.rɪ.glaˈgeːs]

přepis editovat

  • (český) periglagés

přídavné jméno editovat

  • dvojvýchodné

význam editovat

  1. mlékem oplývající, plný mléka
    • οἳ δ᾽ αἰεὶ περὶ νεκρὸν ὁμίλεον, ὡς ὅτε μυῖαι σταθμῷ ἔνι βρομέωσι περιγλαγέας κατὰ πέλλας ὥρῃ ἐν εἰαρινῇ, ὅτε τε γλάγος ἄγγεα δεύει:[1]

skloňování editovat

Číslo singulár duál plurál
Rod mužský ženský střední mužský ženský střední mužský ženský střední
nominativ περιγλαγής περιγλαγής περιγλαγές περιγλαγεῖ περιγλαγεῖ περιγλαγεῖ περιγλαγεῖς περιγλαγεῖς περιγλαγῆ
genitiv περιγλαγοῦς περιγλαγοῦς περιγλαγοῦς περιγλαγοῖν περιγλαγοῖν περιγλαγοῖν περιγλαγῶν περιγλαγῶν περιγλαγῶν
dativ περιγλαγεῖ περιγλαγεῖ περιγλαγεῖ περιγλαγοῖν περιγλαγοῖν περιγλαγοῖν περιγλαγέσιν περιγλαγέσιν περιγλαγέσιν
akuzativ περιγλαγῆ περιγλαγῆ περιγλαγές περιγλαγεῖ περιγλαγεῖ περιγλαγεῖ περιγλαγεῖς περιγλαγεῖς περιγλαγῆ
vokativ περιγλαγές περιγλαγές περιγλαγές περιγλαγεῖ περιγλαγεῖ περιγλαγεῖ περιγλαγεῖς περιγλαγεῖς περιγλαγῆ

související editovat

poznámky editovat

  1. Homér: Ilias XVI, 642