στροβιλοαντιδραστήρας
řečtina
editovatvýslovnost
editovat- IPA: [ˌstɾɔ.vi.loˌan.di.ðɾaˈsti.ɾas]
dělení
editovat- στρο-βι-λο-αν-τι-δρασ-τή-ρας
podstatné jméno
editovat- rod mužský
význam
editovatskloňování
editovatSubstantivum | singulár | plurál |
---|---|---|
nominativ | στροβιλοαντιδραστήρας | στροβιλοαντιδραστήρες |
genitiv | στροβιλοαντιδραστήρα | στροβιλοαντιδραστήρων |
akuzativ | στροβιλοαντιδραστήρα | στροβιλοαντιδραστήρες |
vokativ | στροβιλοαντιδραστήρα | στροβιλοαντιδραστήρες |
synonyma
editovat- στροβιλοκινητήρας, (hovorově) τούρμποτζετ
související
editovat- ανεμοστρόβιλος
- βιοντιδραστήρας
- νεροστρόβιλος (← ссылки | править)
- στρόβιλος
- αντιδρώ
externí odkazy
editovat- Wikizdroje. Vyhledávání výrazu "στροβιλοαντιδραστήρας".
- Google Books. Vyhledávání výrazů "στροβιλοαντιδραστήρα", "στροβιλοαντιδραστήρας", "στροβιλοαντιδραστήρες" pro jazyk s kódem el.