η αλεπού, περιμένοντας να πέσουν του κριαριού τ'αρχίδια, ψόφησε απ' την πείνα
řečtina editovat
výslovnost editovat
- IPA: [ɪʝa.lɛˈpu pɛ.rɪ.ˈme.nɔ.ⁿdas na.ˈpe.sʊn tu.kri.ʝa.ˈrʝu.tar.ˈçi.ðja ˈpso.fi.sɛ ap.tɪm.ˈbi.na]
varianty editovat
- η αλεπού, περιμένοντας να πέσουν τ'αρχίδια του τράγου, έπεσε και ψόφησε
- (neutrálně) καρτερώντας η αλεπού να πέσουν τα γλυκάδια του κριαριού, ψόφησε απ΄ την πείνα
přísloví editovat
význam editovat
- (vulgárně) bez práce nejsou koláče
synonyma editovat
- (neutrálně) η αλεπού, περιμένοντας να πέσουν απ' την κούρνια οι κότες, ψόφησε απ' την πείνα της, η αλεπού, περιμένοντας τις κότες να πέσουν απ' την κούρνια, ψόφησε απ' την πείνα, η αλεπού, περιμένοντας να πέσουν απ' την κούρνια οι κότες, ψόφησε απ' την πείνα, (vyšší styl) τα αγαθά κόποις κτώνται, τα καλά κόποις κτώνται
poznámky editovat
Doslovný překlad: liška čekající, až beranovi upadnou koule, chcípla hlady